Ο Γιάννης Βερβέρης (Μπαλάκος) γεννήθηκε το 1908 στο Ακράσι, ένα ορεινό χωριό της περιφέρειας Πλωμαρίου. Ήταν επαγγελματίας μουσικός, έπαιζε βιολί. Ο πατέρας του ήταν επίσης οργανοπαίκτης, έπαιζε βιολοντσέλο σε μουσικό συγκρότημα στο Ακράσι. Το όνομα του ήταν Βαλάκος και αποδόθηκε ως προσωνύμιο στους γιούς του. Ο Βαλάκος Βερβέρης καταγόταν από το Νεοχώρι (Μπορό) και ο πατέρας του Γιάννης Βερβέρης - παππούς του βιογραφούμενου - ήταν επίσης μουσικός, έπαιζε βιολί σε μουσικό συγκρότημα στο Νεοχώρι που συμπεριελάμβανε βιολί και δύο λαούτα. Ο Βαλάκος Βερβέρης παντρεύτηκε και εγκαταστάθηκε στο γειτονικό Ακράσι. Εργαζόταν αποκλειστικά ως μουσικός, σε συνεργασία με άλλους οργανοπάικτες της περιφέρειάς του, που είχαν ως έδρα το Νεοχώρι. Η γυναίκα του Βαλάκου Βερβέρη πέθανε πολύ νέα και ο ίδιος ανέθρεψε μόνος του τους γιούς του, τους οποίους μύησε από πολύ νωρίς στη μουσική παράδοση του τόπου του.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 ο Βαλάκος Βερβέρης έστειλε τους δυό γιούς του, το Γιάννη και το Δημήτρη οικότροφους στη Μυτιλήνη για να μάθουν μουσική, βιολί και σαντούρι αντίστοιχα, στο γνωστό μουσικοδιδάσκαλο Κλεάνθη Μυρογιάννη. Ο Γιάννης Βερβέρης ξεκίνησε να παίζει με ένα βιολί που του παραχώρησε ο πατέρας του, το οποίο είχε στείλει ο κουνιάδος του από την Τραπεζούντα. Στη συνέχεια αγόρασε ένα βιολί από τον παλιό βιολιστή Βαγγέλη Κίτιλη στο Πλωμάρι, ενώ λίγα χρόνια αργότερα αγόρασε κι άλλο βιολί στη Μυτιλήνη.

Το 1928 ο Γιάννης Βερβέρης παρουσιάστηκε στο στρατό και υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στη Μυτιλήνη, όπου έπαιζε βιολί στη Λέσχη των Αξιωματικών. Το ρεπερτόριο εκεί περιελάμβανε κυρίως καλαματιανά, νησιώτικα, αλλά και "ευρωπαϊκά" (φοξ, βαλς, ταγκό κ.ά.). Μετά την απόλυσή του από το στρατό, επέστρεψε στο Ακράσι και μαζί με τον πατέρα του και τον αδερφό του έφτιαξαν μία τοπική κομπανία, που έπαιζε μουσική στα πανηγύρια, στους γάμους και στις διασκεδάσεις της περιφέρειας Πλωμαρίου. Στις περιστάσεις αυτές έπαιζαν πολλούς σκοπούς από τη Σμύρνη και το Αϊβαλί, που είχαν διαδοθεί στη Λέσβο από τους παλαιότερους μουσικούς. Το ρεπερτόριο περιελάμβανε κυρίως συρτά, μπάλλους, ζεϊμπέκικα, καρσιλαμάδες, πατινάδες, σκοπούς του γάμου κ. ά. και το διδάχτηκε από τον πατέρα του, αλλά και από άλλους μουσικούς της περιφέρειας του, κυρίως από τον περίφημο σαντουριέρη Γιώργο Χατζέλλη (Χαχίνα ή Βέβα).

Ο Γιώργος Χατζέλλης καταγόταν από το Ακράσι και μέχρι το 1920 ζούσε στην Αμερική όπου είχε διακριθεί για τη δεξιοτεχνία του στο σαντούρι και μάλιστα είχε ηχογραφήσει και δίσκους. Όταν επέστρεψε στο Ακράσι στις αρχές της δεκαετίας του '20, έφερε μαζί του ένα πλούσιο ρεπερτόριο από δημοτικά, κλέφτικα και άλλα τραγούδια που δεν ήταν ευρύτερα γνωστά στη Λέσβο, και ξεκίνησε να συνεργάζεται με την οικογένεια του Βαλάκου Βερβέρη. Επειδή είχαν πλέον σαντούρι στην κομπανία τους, ο Δημήτρης Βερβέρης συμμετείχε στο νέο σχήμα παίζοντας τρόμπα. Έτσι το μουσικό συγκρότημα περιελάμβανε τους μουσικούς, Βαλάκο Βερβέρη (βιολοντσέλο), Γιάννη Βερβέρη (βιολί), Δημήτρη Βερβέρη (τρόμπα), Γιώργο Χατζέλλη (σαντούρι), καθώς και τους Παναγιώτη Λιναρδή από το Νεοχώρι και (στη συνέχεια) Κώστα Μαυροθαλασσίτη από το Ακράσι (κλαρίνο). Η συνεργασία του Γιώργου Χατζέλλη με την οικογένεια Βερβέρη κράτησε μέχρι το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και κατέστησε την κομπανία τους περιώνυμη σε όλη την περιφέρεια του Πλωμαρίου, χάρη στο πλούσιο ρεπερτόριο και στην υψηλή ποιότητα της μουσικής τους.

Μετά τον πόλεμο του 1940 και το θάνατο του Γιώργου Χατζέλλη, το μουσικό συγκρότημα των Βερβέρηδων - ή "Βαλάκοι" όπως ήταν περισσότερο γνωστοί - διαλύθηκε και ο Γιάννης Βερβέρης σταμάτησε να παίζει επαγγελματικά βιολί. Ο ίδιος ασχολήθηκε με το επαγγελματικό κυνήγι και μαζί με άλλους συγχωριανούς του ταξίδευε στη Χίο, στη Μακεδονία και στη Θράκη για να κυνηγήσει κουνάβια (ατσίδια) και άλλα μικρά ζώα, που ήταν περιζήτητα για το δέρμα τους. Αργότερα ο Γιάννης Βερβέρης ασχολήθηκε και με αγροτικές εργασίες, κυρίως με την ελαιοκαλλιέργεια στα δικά του κτήματα. Σήμερα ο Γιάννης Βερβέρης ζει μαζί με τη σύζυγό του στο Γηροκομείο του Πλωμαρίου.

(Το Βιογραφικό Σημείωμα του Γιάννη Βερβέρη βασίστηκε στη συνέντευξη του ερευνητικού προγράμματος "Κιβωτός του Αιγαίου", το Μάϊο του 1996 στο Πλωμάρι).