Το Ποδόσφαιρο |
Ιστορικά
στοιχεία. Ωστόσο, η Αγγλία είναι η χώρα, όπου το ποδόσφαιρο αναπτύχθηκε και εξελίχθηκε με την πάροδο των αιώνων. Από τον 8ο έως το 19ο αιώνα το παιχνίδι είχε τοπικό χαρακτήρα και παιζόταν με πολλές παραλλαγές ως προς τους κανονισμούς. Στα τέλη του 19ου αιώνα, ναυτικοί του αγγλικού στόλου συνέβαλλαν στη διάδοση του ποδοσφαίρου στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Το έτος 1863 θεωρείται η επίσημη ημερομηνία γέννησης του σύγχρονου ποδοσφαίρου, όταν στο Λονδίνο ομάδες (clubs) αγγλικές και σκοτσέζικες (η πιο παλιά ήταν η Σέφιλντ, που είχε ιδρυθεί το 1855), δημιούργησαν τη Football Association και κατέληξαν σ’ ένα γενικό κανονισμό πειθαρχίας του παιγνιδιού, που καθόριζε, μεταξύ των άλλων, ότι η μπάλα πρέπει να παίζεται μόνο με τα πόδια. Το 1871, με το πρώτο βρετανικό πρωτάθλημα, καθορίζεται ότι ο τερματοφύλακας μπορεί να πιάνει τη μπάλα και με τα χέρια. Το 1886 οι τέσσερις βρετανικές ομοσπονδίες π. ίδρυσαν την International Board, τον οργανισμό που έμελλε να γίνει ο θεματοφύλακας και των κανόνων του ποδοσφαίρου, ακόμα και όταν άρχισε τη δραστηριότητα της στο Παρίσι η Federation Internationale de Football Association(FUA). Το ποδόσφαιρο εντάχθηκε για πρώτη φορά ως επίσημο άθλημα σε Ολυμπιάδα το 1908 στο Λονδίνο.
Στην Ελλάδα το ποδόσφαιρο άρχισε να εμφανίζεται λίγο πριν από τις αρχές του 20ού αιώνα, και μάλιστα στη Θεσσαλονίκη, όπου, ξένοι που βρίσκονταν εκεί συγκρότησαν την πρώτη ομάδα, την Ουνιόν Σπορτίβ. Επίσημα το άθλημα εμφανίζεται το 1899, όταν η διοίκηση του ΣΕΓΑΣ, στον οποίο υπαγόταν τότε το ποδόσφαιρο, αποφάσισε (12-1-1899) να προκηρύξει ποδοσφαιρικούς αγώνες. Τον προηγούμενο χρόνο ο I. Χρυσάφης είχε κάνει την πρώτη επίσημη μετάφραση των κανονισμών του αθλήματος. Οι πρώτες ομάδες που παρουσιάζονται είναι ο Εθνικός Γυμναστικός Σύλλογος και ο Πανελλήνιος στην Αθήνα, ο Πειραϊκός Σύνδεσμος στον Πειραιά, ο Πανιώνιος και ο Απόλλων στη Σμύρνη και η Πέρα Κλουμπ (σημερινή AEK) στην Κωνσταντινούπολη. Οι πρώτοι πανελλήνιοι ποδοσφαιρικοί αγώνες έγιναν το 1906 και τον ίδιο χρόνο συγκροτήθηκε και η πρώτη εθνική ομάδα. Τον ίδιο επίσης χρόνο (1906) ιδρύθηκε ο σύλλογος Γουδί και το 1908 ο Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αθηνών, ο οποίος το 1923 μετονομάστηκε σε Παναθηναϊκό Αθλητικό Όμιλο, και ο Όμιλος Φιλάθλων Πειραιώς, ο σημερινός Ολυμπιακός, ο οποίος πήρε την οριστική ονομασία του (Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς) το 1925. Οι Βαλκανικοί πόλεμοι και ύστερα ο A’ Παγκόσμιος πόλεμος διέκοψαν κάθε κίνηση στη δεκαετία 1910 -1920, μετά την οποία αρχίζει κυρίως να διαδίδεται το ποδόσφαιρο, ενώ οι ομάδες της Σμύρνης και της Κωνσταντινούπολης επανιδρύονται μετά το 1922 στην Αθήνα. Το 1926 οι ποδοσφαιρικές Ενώσεις Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης ιδρύουν την Ελληνική Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία, στην οποία υπάγονται και σήμερα όλες οι τοπικές ποδοσφαιρικές ενώσεις της χώρας. Στην Ελλάδα, το ποδόσφαιρο είναι με διαφορά το πιο διαδεδομένο άθλημα, με το μεγαλύτερο αριθμό σωματείων και αθλουμένων. Κανονισμοί. Το ποδόσφαιρο παίζεται σ’ ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο γήπεδο με επίπεδη επιφάνεια και κατά κανόνα με χόρτο, οι διαστάσεις του oποίου δεν επιτρέπεται να είναι μικρότερες από 45 x 90 μ. ούτε μεγαλύτερες από 90 x 120 μ. Ο αγωνιστικός χώρος καθορίζεται από ευδιάκριτες άσπρες γραμμές, που ονομάζονται οι μεγαλύτερες, γραμμές του πλάγιου άουτ, και οι μικρότερες του πλάτους, γραμμές του άουτ. Ολόκληρος ο αγωνιστικός χώρος χωρίζεται κατά πλάτος σε δύο ίσα μέρη με μια διαχωριστική γραμμή, τη γραμμή του κέντρου, στο μέσο της οποίας είναι χαραγμένος ένας άσπρος κύκλος με ακτίνα 9,15 μ., ο οποίος λέγεται «κέντρο του γηπέδου». Στο μέσο των δύο γραμμών του άουτ είναι τοποθετημένα τα τέρματα, τα οποία σχηματίζονται από δύο κάθετα δοκάρια, που απέχουν μεταξύ τους 7,32 μ. και ενώνονται μ’ ένα άλλο οριζόντιο δοκάρι σε ύψος 2,44 μ. από το έδαφος. Τα δοκάρια είναι βαμμένα άσπρα. Πίσω από κάθε τέρμα είναι τοποθετημένο ένα δίχτυ, που διατηρείται τεντωμένο με δύο υποστηρίγματα. Μπροστά από κάθε τέρμα είναι χαραγμένη η περιοχή τέρματος ή μικρή περιοχή, ένα ορθογώνιο παραλληλόγραμμο 18,50 x 5,50 μ., η μια πλευρά του οποίου είναι η γραμμή του τέρματος, το οποίο με τη σειρά του βρίσκεται στο μέσο αυτής της γραμμής. Πιο μπροστά ακόμα είναι χαραγμένη η μεγάλη ή επανορθωτική περιοχή, επίσης ορθογώνιο παραλληλόγραμμο 40,30 x 16,50 μ., που κι αυτό έχει μια πλευρά του στη γραμμή του τέρματος, το οποίο βρίσκεται στο μέσο αυτής της πλευράς. Το σχέδιο του γηπέδου συμπληρώνουν τέσσερις μικροί κύκλοι, που βρίσκονται χαραγμένοι στις τέσσερις γωνίες του γηπέδου και προορίζονται για το χτύπημα των κόρνερ, και δύο μικροί λευκοί δίσκοι του πέναλτυ, σε απόσταση 11 μ. από το τέρμα και ακριβώς απέναντι από το μέσο του. Στα τέσσερα σημεία του κόρνερ είναι τοποθετημένα κίτρινα σημαιάκια σε λευκούς πασσάλους. Το ποδόσφαιρο ρυθμίζεται από κανονισμούς, την τήρηση των οποίων επιβλέπει ένας διαιτητής, ο oποίος αποφασίζει, βοηθούμενος στο έργο του από τους δύο επόπτες γραμμών, οι oποίοι επισημαίνουν τις παραβάσεις των κανονισμών υψώνοντας ένα κόκκινο σημαιάκι. Τεχνική. Κάθε ποδοσφαιρική ομάδα αποτελείται από ένα τερματοφύλακα, δύο οπισθοφύλακες (αμυντικοί παίκτες), τρεις μέσους (που συνδέουν την άμυνα με την επίθεση) και πέντε κυνηγούς (δύο ακραίους, δύο ενδιάμεσους και ένα κεντρικό). Κάθε ομάδα παρατάσσεται στο γήπεδο σύμφωνα με την τακτική που πρόκειται να ακολουθήσει, η οποία μπορεί να ακολουθήσει αρκετά βασικά σχήματα: τη μέθοδο, το σύστημα, το κατενάτσιο, το 4-2-4 και το 4-3-3. Η μέθοδος ήταν στην ακμή της έως το 1938, Το «σύστημα» υιοθετήθηκε στη Μεγάλη Βρετανία το 1925. Το «κατενάτσιο» είναι μια αμυντική τακτική, που την υιοθετούν ομάδες που βρίσκονται σε μειονεκτική θέση. Οι ισχυρότερες ομάδες αρνούνται να ακολουθήσουν την τακτική του κατενάτσιο, η οποία είχε πολύ χρησιμοποιηθεί μετά τον B΄ Παγκόσμιο πόλεμο, για να υιοθετήσουν μια διάταξη, που εμπνέεται από ένα σύστημα πιο προσεκτικό στην άμυνα και πιο γρήγορο στην επίθεση: τοποθετούν τους παίκτες σε βάθος, σύμφωνα με ένα διαγώνιο σχήμα, που ονομάζεται 4-2-4 επειδή, εκτός από τον τερματοφύλακα, έχει 4 παίκτες στην άμυνα, 2 στο κέντρο του γηπέδου και 4 στην επίθεση. Το 4-2-4 ονομάστηκε διαγώνιο, επειδή οι παίχτες συνδέονται μεταξύ τους κατά την έννοια 3 μεγάλων διαγώνιων γραμμών. Με την τακτική αυτή η Βραζιλία κατάκτησε τρεις φορές το παγκόσμιο κύπελλο (1958, 1962, 1970), επιβάλλοντας το ομαδικό παιγνίδι της. Η τακτική του 4-3-3 ενισχύει σημαντικά το παιγνίδι στο κέντρο του γηπέδου, ελαττώνοντας τον αριθμό των επιθετικών παικτών. Την τακτική αυτή είχαν υιοθετήσει οι περισσότερες από τις ομάδες που έλαβαν μέρος στους τελικούς του 8ου Παγκόσμιου Κυπέλλου (1966), που έγιναν στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία και το κατέκτησε.
|