Κ. Κανάκης
Υπάρχει
γενικά συμφωνία ότι η Κοινωνιογλωσσολογία (Κ.)
είναι ένας διεπιστημονικός κλάδος και ως
τέτοιος απαιτεί διεπιστημονική μελέτη/προσέγγιση.
Αλλά οι κοινωνιογλωσσολόγοι δεν συμφωνούν
πάντοτε για σημαντικά ερωτήματα όπως τα
εξής: Ποια είναι η εμβέλεια της Κ.; Ποιο
είναι το κύριο ενδιαφέρον της Κ.; Ποια
φαινόμενα μελετά η Κ. και πώς; Οι απαντήσεις
σε αυτά ποικίλλουν ανάλογα με τη θεωρητική
άποψη που υιοθετεί κανείς για τη σχέση
κοινωνίας-γλώσσας, και με το πώς
αντιλαμβάνεται τη σχέση μεταξύ των δύο.
Πάραυτα, υπάρχει συμφωνία ως προς το ότι η Κ.
δεν ενδιαφέρεται για την γλώσσα ως αυτόνομο
σύστημα εννοιών και δεν εστιάζει στις
τυπικές ιδιότητες της γλώσσας προκειμένου
να διαμορφώσει κανόνες για τις
κανονικότητες που υπάρχουν στις γλώσσες
καθαυτές. Η Κ. ερευνά την γλώσσα εν χρήσει καθώς
και τις κοινωνικές συνθήκες για τη χρήση
της.
Υπάρχει επίσης συμφωνία για το ότι η Κ.
είναι ένας χώρος που μελετά τη σχέση
γλώσσας-κοινωνίας. Όμως, ενώ ορισμένοι
μελετητές υποθέτουν άμεσα ότι η γλώσσα
αντανακλά την κοινωνία, άλλοι επισημαίνουν
ότι οι κοινωνικές δομές προϋπάρχουν της
γλώσσας και υποστηρίζουν ότι γλώσσα,
πολιτισμός και κοινωνία συμπορεύονται,
εξελίσσονται ταυτόχρονα. Αυτές οι δύο
θέσεις οδηγούν σε διαφορετικές
κατευθύνσεις, διαφορετικές προσεγγίσεις
και έμφαση στη μελέτη γλώσσας και κοινωνίας.
Διαφορετικές
αντιλήψεις για τη σχέση γλώσσας-κοινωνίας
καθορίζουν διαφορετικούς ορισμούς για τη
γλώσσα. Ορισμοί που σαφώς αποκλείονται από
την Κ. είναι οι εξής: «η γλώσσα είναι ένα
σύνολο συνηθειών», ή «η γλώσσα είναι μια
νοητική διαδικασία αρχών οργάνωσης και
υποκείμενων μηχανισμών». Όμως υπάρχει
μεγάλη διαφοροποίηση μεταξύ ορισμών της
γλώσσας, καθώς γίνεται αντιληπτή, αναλόγως,
ως κοινωνικό φαινόμενο, κοινωνική πρακτική,
κοινωνικά τοποθετημένη ανθρώπινη εμπειρία,
ή συμβολική εξουσία. Επιπλέον, ο τρόπος με
τον οποίο γίνεται αντιληπτή η σχέση γλώσσας-κοινωνίας
μπορεί να μας οδηγήσει να εστιάσουμε όχι
στο τι είναι γλώσσα αλλά μάλλον στο για
τι πράγμα είναι η γλώσσα. Και εδώ υπάρχουν
διαφορετικές απόψεις που αντανακλούνται
μέσα από απαντήσεις όπως «η γλώσσα είναι
ένα (ουδέτερο) μέσο επικοινωνίας μεταξύ
ανθρώπων», ή «είναι ένα μέσο για την
κατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας».
Υπάρχει επίσης ποικιλία απαντήσεων στο
ερώτημα τι κάνουν οι άνθρωποι με τη γλώσσα,
π.χ. «οι άνθρωποι επιτελούν ομιλιακά
ενεργήματα όταν μιλούν» ή «οι άνθρωποι
ασκούν κοινωνικό έλεγχο αλλά και
ελέγχονται από τη γλώσσα». Τέλος,
διαφορετικές αντιλήψεις της σχέσης
κοινωνικού και γλωσσικού μπορεί να
οδηγήσουν σε αμφισβήτηση του αν όντως
κλάδοι όπως η ανάλυση συνεχούς λόγου, η
ανάλυση της συνομιλίας, η εθνογραφία της
επικοινωνίας και η κειμενική γλωσσολογία
είναι αυτόνομες επιστήμες ή υπο-κλάδοι της
Κ. Παρόμοια, ένα άλλο ερώτημα που τίθεται
σχετίζεται με το αν η «κοινωνιογλωσσολογία»
είναι ένας γενικός όρος (όρος-ομπρέλα) που
καλύπτει αντικείμενα όπως η διαλεκτολογία,
η διγλωσσία και η διμορφία, η πολυγλωσσία
και η γλωσσολογία των φύλων. Αυτά τα
ερωτήματα γενούν άλλα, όπως ποια είναι η
σχέση μεταξύ Κ. και άλλων κλάδων όπως οι
επικοινωνιακές σπουδές, η θεωρία της
αλληλεπίδρασης και η κοινωνιολογία της
γλώσσας.
Ένας τρόπος εισαγωγής στην Κ. είναι να προσεγγίσει κανείς τα ερωτήματα και τα διλήμματα που τέθηκαν παραπάνω, ελπίζοντας να δώσει μια γενική εικόνα της Κ. Οι συγκεκριμένοι στόχοι αυτού του μαθήματος είναι: να εξοικειωθούμε με τις διάφορες προσεγγίσεις στη μελέτη της γλώσσας ως κοινωνικού φαινομένου, να συνειδητοποιήσουμε την πολυδιάστατη σχέση γλώσσας-κοινωνίας και τους κοινωνικούς θεσμούς που κατασκευάζουν τη γλώσσα και κατασκευάζονται από αυτήν. Τέλος, να εκτεθούμε στους διάφορους παράγοντες που ενεργοποιούν την γλωσσική ποικιλότητα—τόσο μέσα σε μια κοινωνία όσο και μεταξύ κοινωνιών—και έτσι να αποκτήσουμε συνείδηση της διαπολιτισμικότητας.
*Μετάφραση/προσαρμογή στα ελληνικά από κείμενο στην αγγλική με τίτλο Introduction to the Course στο πακέτο σημειώσεων για ανάλογο μάθημα του Τμήματος Αγγλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Παν/μίου Αθηνών (1999-2000, επιμέλεια C. Canakis & M. Sifianou)