1. Παραγωγή Ελαιολάδου στο Βόρειο Αιγαίο
2. Απόβλητα Ελαιουργείων και Μέθοδοι Επεξεργασίας
3. Τρέχοντες Κανονισμοί Διάθεσης Αποβλήτων Ελαιουργείων


Παραγωγή Ελαιολάδου στο Βόρειο Αιγαίο

Η παραγωγή του ελαιολάδου είναι μια δραστηριότητα ιδιαίτερα ανεπτυγμένη στα νησιά του Β. Αιγαίου εδώ και πολλούς αιώνες. Η ανάπτυξη του κλάδου αυτού είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη οικονομική ανάπτυξη που γνώρισαν τα νησιά στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, καθώς από τη μία τα προϊόντα της ελιάς (λάδι, πυρήνας, σαπούνι) αποτελούσαν αγαθά ιδιαίτερης οικονομικής αξίας και από την άλλη υπήρχε μια ιδιαίτερη εμπορική σχέση βασισμένη σ' αυτά τα αγαθά με τις ακτές της Μικράς Ασίας και την Κωνσταντινούπολη. Ακόμη και σήμερα η ελαιοπαραγωγή διατηρεί πρωταγωνιστικό ρόλο στην οικονομία των περισσότερων νησιών. Χαρακτηριστικά μπορεί να αναφερθεί ότι η συμβολή της ελαιοπαραγωγής στο ΑΕΠ της νήσου Λέσβου κυμαίνεται από 3,6% μέχρι 15,3% ανάλογα με την ελαιοκομική περίοδο.

Ο αριθμός των ελαιουργείων που λειτουργούν στην Περιφέρεια Βορείου Αιγαίου ανέρχεται σε 107. Από αυτά 71 βρίσκονται στη Λέσβο, 14 στη Χίο, 13 στη Σάμο και 9 στην Ικαρία. Τα περισσότερα από τα ελαιουργεία παρουσιάζουν σχετικά μικρή δυναμικότητα (μεταξύ 1,5 και 2,5 τόνων ελιάς ανά ώρα εργασίας), είναι διάσπαρτα στο χώρο, ενώ σε ποσοστό περίπου 75% βρίσκονται εντός οικισμών. Ο κυρίαρχος τύπος ελαιουργείου είναι ο φυγοκεντρικός. Εξαίρεση αποτελούν 4 μόνο ελαιουργεία σε Χίο και Ικαρία, που χρησιμοποιούν τον κλασσικό τρόπο διαχωρισμού του ελαιόλαδου με πρέσα. Στη Λέσβο το 55% των ελαιουργείων είναι συνεταιριστικά, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα νησιά που σχεδόν όλα τα ελαιουργεία είναι ιδιωτικά.

Κορυφή Σελίδας


Απόβλητα Ελαιουργείων και Μέθοδοι Επεξεργασίας

Κατά την κατεργασία του ελαιοκάρπου στα ελαιουργεία, παράλληλα με το ελαιόλαδο παράγεται και μία σειρά παραπροϊόντων. Αυτά είναι ο ελαιοπυρήνας, που αποτελείται από τα αλεσμένα στερεά συστατικά του καρπού (κυρίως του κουκουτσιού), τα ελαιόφυλλα που έχουν μεταφερθεί με τον ελαιόκαρπο και μια σημαντική σε όγκο και οργανικό φορτίο ποσότητα υγρών αποβλήτων, που είναι γνωστά ως "λιοζούμι", "κατσίγαρος" ή "μούργα".

Ο κατσίγαρος συνίσταται από το υδατικό κλάσμα του χυμού του ελαιοκάρπου και από το νερό που χρησιμοποιείται στις διάφορες φάσεις παραγωγής του λαδιού στο ελαιουργείο. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα υδατικό φυτικό εκχύλισμα, που περιέχει μία σειρά από ουσίες όπως σάκχαρα, αζωτούχες ενώσεις, οργανικά οξέα, πολυαλκοόλες, πολυφαινόλες και υπολείμματα ελαίου. Η άμεση επίπτωση του κατσίγαρου στο περιβάλλον είναι η αισθητική υποβάθμιση που προκαλεί και η οποία οφείλεται στην έντονη οσμή του και στο σκούρο χρώμα του. Παράλληλα, εξαιτίας του υψηλού οργανικού φορτίου που περιέχει, είναι πιθανόν να δημιουργήσει ευτροφικά φαινόμενα σε περιπτώσεις που καταλήγει σε αποδέκτες με μικρή ανακυκλοφορία νερών (κλειστούς θαλάσσιους κόλπους, λίμνες κ.τ.λ). Από τα συστατικά που περιέχονται στον κατσίγαρο, οι πολυφαινόλες παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον διότι από τη μία πλευρά προσδίδουν στα απόβλητα τοξικές ιδιότητες έναντι των φυτών και αποδομούνται με βραδύ σχετικά ρυθμό από εξειδικευμένες ομάδες μικροοργανισμών, ενώ από την άλλη είναι υπεύθυνες για τη συντήρηση της ποιότητας του λαδιού στο χρόνο (χαμηλή οξύτητα) ως φυσικό συντηρητικό. Επειδή η παραγωγή του ελαιολάδου είναι μία φυσική διαδικασία, πρέπει να σημειωθεί ότι ο κατσίγαρος δεν περιέχει άλλες ουσίες που είναι ιδιαίτερα τοξικές, όπως τα βαρέα μέταλλα και οι συνθετικές οργανικές ενώσεις.

Το υψηλό οργανικό φορτίο του κατσίγαρου σε συνάρτηση με την παρουσία των πολυφαινολών δεν επιτρέπει την απευθείας διάθεση του στο περιβάλλον, αλλά καθιστά αναγκαία την πρότερη επεξεργασία του. Για την επεξεργασία και διάθεση του κατσίγαρου έχουν δοκιμαστεί διάφορες μέθοδοι σε εργαστηριακή και πραγματική κλίμακα. Παρόλα αυτά, μέχρι σήμερα δεν έχει προταθεί μία ολοκληρωμένη λύση, αλλά έχουν εφαρμοστεί διάφορες τεχνικές κατά περίπτωση που παρουσιάζουν ορισμένα μειονεκτήματα τεχνικής ή οικονομικής φύσεως και δεν έχουν επιλύσει ικανοποιητικά το πρόβλημα

Συγκεκριμένα, έχει εφαρμοστεί η διάθεση του κατσίγαρου σε λίμνες εξάτμισης (Κρήτη), σε λάκκους (Χίος) ή στο έδαφος (Κύπρος), μέθοδοι που απαιτούν μεγάλες εκτάσεις για τη διάθεση των αποβλήτων και συχνά δημιουργούν αισθητικά προβλήματα εξαιτίας της -πολλές φορές- κακής διαστασιολόγησης και κατασκευής των συστημάτων αυτών. Έχει εφαρμοστεί η μετατροπή των ελαιουργείων από τριφασικά σε διφασικά (Ισπανία), διαδικασία που μειώνει σημαντικά τον όγκο του απαιτούμενο νερό στο ελαιουργείο και κατά συνέπεια τον όγκο των παραγόμενων υγρών αποβλήτων, αλλά μεταθέτει την αντιμετώπιση του προβλήματος σε ένα μίγμα πυρήνα-κατσίγαρου. Παράλληλα, σε πιλοτική κλίμακα έχει δοκιμαστεί η παραγωγή υγρού εδαφοβελτιωτικού (Καλαμάτα) ή κομπόστας από τον κατσίγαρο (Κρήτη, Καλαμάτα), διαδικασία που προϋποθέτει την ύπαρξη επαρκούς αγοράς για τη διάθεση του παραγόμενου υλικού. Έχουν εφαρμοστεί η χημική οξείδωση (Κρήτη) και η αναερόβια χώνευση του κατσίγαρου (Κρήτη), τεχνικές με υψηλό λειτουργικό και κατασκευαστικό κόστος, αντίστοιχα. Έχει δοκιμαστεί επίσης, η συνεπεξεργασία του κατσίγαρου με αστικά λύματα σε τεχνητούς υγρότοπους ή σε μονάδες ενεργού ιλύος (Κρήτη), τεχνική που προαπαιτεί σημαντική αραίωση του κατσίγαρου. Τέλος, έχει δοκιμαστεί ο διαχωρισμός του κατσίγαρου σε κλάσματα με τη βοήθεια φυσικής καθίζησης (Σάμος), τεχνική που απαιτεί τον συνδυασμό της με κάποια από τις προαναφερθείσες μεθόδους για να δώσει ικανοποιητικό βαθμό καθαρισμού των αποβλήτων.

Τα τελευταία χρόνια έχει επιτευχθεί σε εργαστηριακή κλίμακα η ανάκτηση των πολυφαινολών από τον κατσίγαρο με χρήση μεμβρανών, ώστε να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία αρωμάτων και φαρμάκων. Η εκμετάλλευση των αποβλήτων με την παραπάνω μέθοδο φαίνεται ότι είναι τεχνικά δυνατή, αλλά είναι νωρίς για να είναι εφικτή η εφαρμογή της σε μεγάλη κλίμακα.

Πρέπει να σημειωθεί ότι, εξαιτίας, της μεγάλης διακύμανσης στα χαρακτηριστικά των ελαιουργείων (γεωγραφική θέση, δυναμικότητα, τοποθεσία, χρήση νερού και άλλα), αλλά και στην ποιότητα και ποσότητα των παραγόμενων αποβλήτων δεν φαίνεται να υπάρχει μία λύση που να είναι άμεσα εφαρμόσιμη σε όλα τα ελαιουργεία της Περιφέρειας.

Κορυφή Σελίδας


Τρέχοντες Κανονισμοί Διάθεσης Αποβλήτων Ελαιουργείων

Λέσβος: Εφαρμοζόμενη πρακτική στα 71 ελαιουργεία του νησιού ήταν και παραμένει η ανεξέλεγκτη διάθεσή του κατσίγαρου σε επιφανειακούς χείμαρρους και η τελική κατάληξή του στη θάλασσα. Προσωρινή αντιμετώπιση του προβλήματος αποτελεί η προτεινόμενη από την Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Λέσβου ανάμιξη του κατσίγαρου με ασβέστη πριν τη διάθεσή του στους φυσικούς αποδέκτες, ώστε να μειωθεί το ρυπαντικό του φορτίο. Το προτεινόμενο σύστημα επεξεργασίας (που έχει εφαρμοστεί σε 2 μόνο ελαιουργεία στη Λέσβο και δεν χρησιμοποιείται στην πράξη) εκτιμάται ότι απαιτεί βελτιώσεις και προσθήκες. Για αυτό το λόγο η Ν. Α. Λέσβου έχει προβεί σε παράταση της εφαρμογής του προτεινόμενου συστήματος, ενώ ενδέχεται να δοθεί οριστική απόφαση λαμβάνοντας κατά μέρος υπ'όψιν και τα αποτελέσματα του τρέχοντος προγράμματος NAIAS.

Χίος: Η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση του νησιού πρόσφατα έχει προβεί στην εφαρμογή προσωρινής λύσης του προβλήματος με την απόφαση για κατασκευή δεξαμενών ολικής αποθήκευσης του κατσίγαρου. Η προτεινόμενη λύση έχει εφαρμοστεί μέχρι σήμερα σε 12 από τα 14 ελαιουργεία του νησιού. Τα σύστημα αποτελείται από χωμάτινες δεξαμενές ή δεξαμενές από μπετόν, οι οποίες έχουν την ικανότητα να κατακρατούν το σύνολο των παραγόμενων αποβλήτων μίας ελαιοκομικής περιόδου. Σε ορισμένες περιπτώσεις όμως, λόγω του μικρού όγκου των δεξαμενών και της περιορισμένης ικανότητας απορρόφησης του εδάφους, τελικοί αποδέκτες των αποβλήτων συνεχίζουν να είναι οι χείμαρροι του νησιού.

Σάμος - Ικαρία: Mέχρι στιγμής δεν υπάρχει ένα ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης, αλλά η απόρριψη των υγρών αποβλήτων γίνεται στα κοντινά ρέματα, εκτός ορισμένων εξαιρέσεων. Μεμονωμένες προσπάθειες διαχείρισης από μέρους των ελαιουργών έχουν καταγραφεί, χωρίς όμως να έχουν οδηγήσει σε οριστικά και βιώσιμα αποτελέσματα. Η πιλοτική δράση της κατασκευής δεξαμενών καθίζησης στο ελαιουργείου του κ Αντωνακάκη στη θέση Αγ, Κυριακή, Μαραθοκάμπου με χρηματοδότηση της Νομαρχίας Σάμου και με την επίβλεψη του Καθηγητή κ. Γεωργακάκη, θεωρείται ως μια αποδεκτή λύση η οποία όμως απαιτεί παραπάνω έρευνα και βελτιώσεις. Από την πλευρά της Νομαρχίας Σάμου έχει δοθεί σε όλα τα ελαιουργεία του Νομού διετής παράταση όσον αφορά την έκδοση άδειας λειτουργίας ώστε να υπάρχει το εύλογο χρονικό  περιθώριο για την εύρεση μιας οριστικής λύσης.


Πληροφορίες συμμετοχής στο τρέχον πρόγραμμα για την κατασκευή και λειτουργία μονάδων διαχείρισης των αποβλήτων για ενδιαφερόμενους ελαιουργούς

 

 
 



   
 

Κορυφή Σελίδας

Στόχοι και Προοπτικές | Ελαιουργεία Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου | Απόβλητα Ελαιουργείων - Ενημέρωση για Ελαιουργούς | ΕΛΑΙΑ - Δίκτυο Διαχείρισης ΕΛΑΙουργικών Αποβλήτων | Εφαρμογές & Πιλοτικές Μονάδες Δράσης | Πρόγραμμα NAIAS |

Επικοινωνία | Νέα | Εργαστήριο Διαχείρισης Αποβλήτων | Πανεπιστήμιο Αιγαίου

 

Στόχοι και Προοπτικές Εφαρμογές και Πιλοτικές Μονάδες Δράσης Εργαστήριο Διαχείρισης Αποβλήτων Απόβλητα Ελαιουργείων - Ενημέρωση για Ελαιουργούς North Aegean  Innovative Actions and Support Ελαιουργεία Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου ΕΛΑΙΑ - Δίκτυο Διαχείρισης ΕΛΑΙουργικών Αποβλήτων Αρχική Σελίδα Επικοινωνία Αγγλικά Εργαστήριο Διαχείρισης Αποβλήτων Πανεπιστήμιο Αιγαίου