Ο Δημήτρης Κρανιδιώτης γεννήθηκε το 1927 στο Σκουτάρο της Λέσβου. Είναι επαγγελματίας μουσικός, παίζει κλαρίνο, σαντούρι και ντραμς. Οι γονείς του κατάγονταν από το Σκουτάρο και ο πατέρας του, όπως άλλωστε και ο παππούς του ήταν πρακτικοί οργανοπαίκτες στα τοπικά συγκροτήματα της Βόρειας Λέσβου. Ο παππούς του Δημήτρη Κρανιδιώτη, Γαβριήλ (Γαβρίλος), έπαιζε κλαρίνο, σαντούρι, αλλά και πνευστά. Συνεργαζόταν με συντοπίτες του μουσικούς, καθώς και με το γιό του Χριστόφορο, που έπαιζε κλαρίνο, ενώ μέχρι το 1922, εκτός από την περιφέρεια του Σκουτάρου, έπαιζαν μουσική σε γάμους και πανηγύρια και στα απέναντι Μικρασιατικά παράλια. Ο πατέρας του Δημήτρη, Χριστόφορος Κρανιδιώτης, εκτός από τη μουσική ασκούσε και το επάγγελμα του καλαθοπλέκτη, κατασκεύαζε δηλαδή καλάθια και κοφίνια διαφόρων μεγεθών και σχημάτων, από βούρλα ("βριούλια" ή "σουγιούδια"), και τα πουλούσε στην ευρύτερη περιφέρεια του Σκουτάρου. Ο Χριστόφορος Κρανιδιώτης μύησε τους γιούς του στη λεσβιακή μουσική παράδοση από πολύ μικρή ηλικία, ενώ τους δίδαξε και την τέχνη της καλαθοπλεκτικής, που τη συνέχισαν περίπου μέχρι τη δεκαετία του 1960, οπότε άρχισε να περιορίζεται η ζήτηση αυτών των αντικειμένων. Οι τέσσερις γιοί του Χριστόφορου Κρανιδιώτη έγιναν επίσης επαγγελματίες μουσικοί. Ο μεγαλύτερος, Γιώργος, έπαιζε βιολί και είχε θεωρητικές γνώσεις μουσικής, δίδαξε μάλιστα και το μικρό αδερφό του Κυριάκο, όμως σκοτώθηκαν και οι δύο πολύ νέοι. Ο Δημήτρης Κρανιδιώτης έπαιζε κλαρίνο και από το 1970 μέχρι σήμερα παίζει σαντούρι και ντραμς, ενώ ο αδερφός του Μιχάλης παίζει ακορντεόν και τραγουδάει, είτε σε συνεργασία με τον αδερφό του, είτε μόνος του ή συμμετέχοντας σε μικρά σχήματα, στην ευρύτερη περιφέρεια του Σκουτάρου. Ο Δημήτρης Κρανιδιώτης ξεκίνησε να μαθαίνει σαντούρι και κλαρίνο πρακτικά από τον πατέρα του Χριστόφορο και τον παππού του Γαβρίλο. Έμαθε να παίζει όλους τους «παραδοσιακούς» λεσβιακούς σκοπούς («μικρασιάτικα» κ.ά), όπως τους έπαιζαν οι παλιοί οργανοπαίκτες της οικογένειάς του. Παίζει δηλαδή συρτά, μπάλλους, καρσιλαμάδες, ζεϊμπέκικα, σκοπούς του γάμου και της "πατινάδας", ενώ από τη δεκαετία του 1950 ξεκίνησε να παίζει και λαϊκά και ρεμπέτικα, που τα μάθαινε από δίσκους γραμμοφώνου και από το ραδιόφωνο. Ο Δημήτρης Κρανιδιώτης άρχισε να παίζει επαγγελματικά σαντούρι στα τέλη της δεκαετίας του 1940 στην κομπανία του πατέρα του Χριστόφορου, ο οποίος έπαιζε κλαρίνο σε συνεργασία με το γιό του Γιώργο στο βιολί, το Χαλκιώτη στο νταούλι και τον Κώστα Καλαϊτζή στο τρομπόνι. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με τον αδερφό του Μιχάλη στο ακορντεόν, καθώς και με άλλους μουσικούς της περιφέρειάς του, παίζοντας κυρίως κλαρίνο, αλλά και σαντούρι, μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1960. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 ο Δημήτρης Κρανιδιώτης εγκατέλειψε για λόγους υγείας το κλαρίνο και συνέχισε να παίζει σαντούρι ή ντραμς, σε σταθερή συνεργασία με το γιό του Γιώργο, που έγινε επίσης επαγγελματίας μουσικός (τουμπελέκι, ακορντεόν και αρμόνιο). Την ίδια περίοδο συνεργαζόταν και με άλλους Σκουταριώτες μουσικούς, όπως το Στρατή Χαλκιώτη στο βιολί και το Βασίλη Παντελίδη στο κλαρίνο, ενώ τα τελευταία χρόνια παίζει περισσότερο σε αρραβώνες και γάμους παρά σε πανηγύρια και σε νυχτερινά κέντρα. Με το κλαρίνο και με το σαντούρι, ο Δημήτρης Κρανιδιώτης έχει επισκεφτεί όλα σχεδόν τα χωριά της Λέσβου, ιδιαίτερα όμως το βόρειο και κεντρικό τμήμα του νησιού, ενώ τη δεκαετία του 1940 με την κομπανία του πατέρα του έπαιξε επανειλημμένα και στο δυτικό τμήμα της Λέσβου, μέχρι το Σίγρι και την Ερεσό. Τη δεκαετία του 1990 ο Δημήτρης Κρανιδιώτης και ο γιός του συμμετείχαν μαζί με πολλούς άλλους μουσικούς σε μία ελληνική μουσικοχορευτική εκδήλωση στην Τουρκία. Σήμερα ο Δημήτρης Κρανιδιώτης παίζει μουσική πιο σπάνια, ενώ ο γιός του Γιώργος συνεχίζει τη μουσική παράδοση της οικογένειας, παίζοντας τακτικά ακορντεόν και αρμόνιο σε συνεργασία με νέους μουσικούς της περιφέρειας του. (Το Βιογραφικό Σημείωμα του Δημήτρη Κρανιδιώτη βασίστηκε στη συνέντευξη του ερευνητικού προγράμματος "Κιβωτός του Αιγαίου" το Μάϊο του 1997 στον Σκουτάρο). |