Η μορφή και η θέση των βιομηχανικών κτιρίων αντικατοπτρίζει τις ευρύτερες οικονομικές, κοινωνικές και πολιτισμικές συνθήκες που επικράτησαν στην περιοχή. Τα βιομηχανικά κτίρια χτίστηκαν από την αστική τάξη των εμπόρων και των μεγάλων γαιοκτημόνων που επένδυσαν στον τομέα της βιομηχανίας το πλεόνασμα των κερδών τους, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Η αρχιτεκτονική μορφή και ο τρόπος κατασκευής τους αντλούσαν πρότυπα από τις αντίστοιχες κατασκευές της Ευρώπης και της Μικράς Ασίας. Πρόκειται κυρίως για ελαιοτριβεία, σαπωνοποιεία και βυρσοδεψεία, καθώς και για μεγάλες αποθήκες, που χτίστηκαν με δομικά υλικά ξυλεία, πέτρες, ασβέστη, τούβλα και κεραμίδια, που προέρχονταν από τη Λέσβο και τη Μικρά Ασία, ενώ εξοπλίστηκαν με μηχανήματα από την Αγγλία, τη Σμύρνη και τον Πειραιά. Στην πόλη της Μυτιλήνης τα περισσότερα βιομηχανικά κτίρια συγκεντρώνονταν στο Βόρειο και στο Νότιο λιμάνι. Ορισμένα διατηρούνται μέχρι σήμερα, με διαφορετική όμως λειτουργία. Οι οικίες της ανώτερης ελληνικής αστικής τάξης αποτελούν δείγμα της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης της συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Επιβλητικές σε όγκο και σε μορφή, με πολλά ευρωπαϊκά στοιχεία στην αρχιτεκτονική τους, υποδηλώνουν τη σχέση του τοπικού πληθυσμού με τα αστικά κέντρα της Ευρώπης, στο πλαίσιο του εκτεταμένου δικτύου ανταλλαγών της εποχής. Οι κατοικίες αυτές αντλούν πρότυπα και επιρροές από ποικίλα αρχιτεκτονικά στυλ και ρεύματα (όπως το νεογοτθικό ή το μπαρόκ), ενώ σε γενικές γραμμές κυριαρχεί ο νεοκλασικός και εκλεκτικιστικός ρυθμός. Χτίζονται κυρίως στις παρυφές της πόλης (εξοχικές κατοικίες), αλλά και σε κεντρικές συνοικίες και για την κατασκευή τους χρησιμοποιούνται οικοδομικά υλικά όπως η πέτρα, το ξύλο και τα κεραμίδια, που προέρχονται από τη Λέσβο ή τη Δυτική Ευρώπη. Οι κατοικίες της ελληνικής μεσαίας τάξης έχουν πολλά κοινά γνωρίσματα με τις κατοικίες της ανώτερης αστικής τάξης. Οι επιρροές στην κατασκευή είναι παρόμοιες, ωστόσο το μέγεθος των κτιρίων είναι πιο μικρό και η δόμηση πιο πυκνή, εφόσον χτίζονται στις κεντρικές συνοικίες της πόλης. Η είσοδος παρέχει άμεση πρόσβαση στο δρόμο, ενώ το ισόγειο χρησιμοποιήθηκε συχνά ως μαγαζί ή εργαστήριο. Χαρακτηριστικό τους γνώρισμα είναι το "σαχνισίνι", δηλαδή το κλειστό μπαλκόνι που με τον καιρό τοποθετείται πάνω από την κύρια είσοδο, σαν υπόστεγο.Οι κατοικίες αυτές παρουσιάζουν μεγάλες αναλογίες με τις αντίστοιχες ελληνικές κατοικίες στη Σμύρνη και στο Αϊβαλί. Στην κατασκευή τους χρησιμοποιήθηκε κυρίως η πέτρα για τους εξωτερικούς τοίχους και το ξύλο ή το "μπαγδατί" για τους εσωτερικούς. Οι κατοικίες της μουσουλμανικής κοινότητας, από τις οποίες λίγες διασώζονται σήμερα, έχουν επηρεαστεί μορφολογικά από νεοκλασικά πρότυπα, ενώ συγκεντρώνουν και πολλά ανατολίτικα στοιχεία, όπως για παράδειγμα η ευρύτατη χρήση του ξύλου στην ανωδομή και η ημικυκλική καμάρα της εισόδου.Οι περισσότερες έχουν κτιστεί με βάση το ανεμολόγιο στον άξονα Βορά - Νότου για να είναι ευάερες. Τα σπίτια είναι συνήθως διώροφα ή τριόροφα, ενώ μερικά διέθεταν και σοφίτα. Στο εσωτερικό τους υπήρχε διαχωρισμός σε ανδρωνίτη και γυναικωνίτη. Μια άλλη κατηγορία κτιρίων είναι τα λεγόμενα προσφυγικά, δηλαδή τα σπίτια που χτίστηκαν εσπευσμένα για να μείνουν οι πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στη Λέσβο το 1922. Αρκετοί εγκαταστάθηκαν σε σπίτια της μουσουλμανικής κοινότητας, που τους παραχωρήθηκαν από το κράτος μετά την αναχώρηση των μουσουλμάνων με την ανταλλαγή των πληθυσμών. Τα προσφυγικά είναι μικρά και χαμηλά κτίσματα. Η ανέγερση τους κατά συστάδες αντανακλά τις δύσκολες συνθήκες εγκατάστασης. Ο προσφυγικός συνοικισμός αποτέλεσε έναν από τους βασικούς πυρήνες του αστικού προλεταριάτου από το Μεσοπόλεμο μέχρι τα μεταπολεμικά χρόνια. Η τελευταία κατηγορία κατοικιών είναι οι πύργοι. Οι πύργοι, βρίσκονται διάσπαρτοι στην περιοχή της πρωτεύουσας. Χτίστηκαν από τα μέλη της εύπορης τάξης των μεγαλογαιοκτημόνων μέσα στα εκτεταμένα κτήματά τους. Οι πρώτες κατασκευές εμφανίζονται το 17ο αιώνα, ενώ οι τελευταίες ολοκληρώνονται στα τέλη του 19ου αιώνα. Στον ευρύτερο χώρο της Μυτιλήνης, πύργοι διασώζονται στις περιοχές της Χρυσομαλλούσας, του Χάλικα και της Σουράδας. Οι πύργοι είναι διώροφα ή μεγαλύτερα κτίσματα, με ισόγειο πετρόχτιστο σαν φρούριο και ανωδομή που εξέχει προς τα έξω. Η τελευταία ήταν αρχικά πέτρινη κατασκευή, που αντικαταστάθηκε αργότερα από ξύλο και "μπαγδατί". Οι περισσότεροι πύργοι ανήκαν σε μεγάλους γαιοκτήμονες που διέμεναν εκεί με τις οικογένειές τους μόνο την περίοδο της συγκομιδής. Η αρχιτεκτονική μορφή των πύργων εξυπηρετούσε αμυντικούς σκοπούς: στο ισόγειο που αποτελούσε τον αποθηκευτικό χώρο της σοδειάς, δεν υπήρχαν καθόλου παράθυρα ή ανοίγματα, ενώ οι πάνω όροφοι αποτελούσαν τους χώρους κατοικίας και υποδοχής των ξένων. Ο συγκεκριμένος τρόπος κατασκευής των πύργων, ιδιαίτερα στην πρώτη περίοδο εμφάνισής τους, οφείλεται κυρίως στο φόβο των πειρατικών επιδρομών, που μάστιζαν τα νησιά του Αιγαίου. |